lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: προφύλαξη

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
care, carefulness, caution, cautiousness, chariness, circumspection, foresight, precaution, providence, stimulant, wariness
προφύλαξη
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
obezřelost, obezřetnost, opatrnost, prozíravost
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
behutsamkeit, umsicht, vorsicht, vorsorge
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
advarsel
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cautela, circunspección, cuidado, precaución, prudencia, pulso, recato, recaudo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
circonspection, prudence, précaution
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cautela, precauzione, prudenza, riguardo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
advarsel, forsiktighet, varsamhet
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бережность, осмотрительность, осторожность, предосторожностью
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
aktsamhet, försiktighet, varsamhet
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kujdes
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
асцярожнасць
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cautela, cuidado, recato, recuado
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
завбачливість, обачність, обдумування, обережність, осторога, осторогу, розважливість
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
ostrożność

Σχετικές λέξεις

προφύλαξη οθόνης, προφύλαξη και θεραπεία των ανεπιθυμήτων ενεργειών των αντιβιοτικών, προφύλαξη οθόνης windows 7 download, προφύλαξη οθονης windows 7, προφύλαξη μετά την έκθεση, προφύλαξη συνώνυμα, προφύλαξη από το κακό μάτι, προφύλαξη από ενδοκαρδίτιδα, προφύλαξη από σεισμό, προφύλαξη οθόνης windows xp