lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

άνοστος στα ρωσικά

Λέξη:
άνοστος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (5):
безвкусный, приторный, тошнотворный, тошнотный, тошный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά άνοστος, άνοστος στα ρωσικά, безвкусный στα ελληνικά
άνοστος στα ρωσικά