lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανεβαίνω στα ρωσικά

Λέξη:
ανεβαίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (12):
влезать, восходить, вступать, входить, забирать, залазить, залезать, кукарекать, лазать, монтировать, петь, садить
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ανεβαίνω, ανεβαίνω συνώνυμα, ανεβαίνω στη συκιά, ανεβαίνω στη μηλιά, ανεβαίνω σκαλοπάτια στίχοι, ανεβαίνω σκαλοπάτια, ανεβαίνω στα ρωσικά, влезать στα ελληνικά
ανεβαίνω στα ρωσικά