lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αντιγράφω στα ρωσικά

Λέξη:
αντιγράφω (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (8):
копировать, обезьянничать, передразнивать, подделать, подражать, размножать, переписывать, списывать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά αντιγράφω, πως αντιγράφω, αντιγράφω προστακτική, αντιγράφω αντέγραψε, αντιγράφω στα ρωσικά, копировать στα ελληνικά
αντιγράφω στα ρωσικά