lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανόητος στα ρωσικά

Λέξη:
ανόητος (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (11):
безумный, бессмысленный, бестолковый, глуп, глупы, глупый, дурацкий, недоумки, недоумок, нелепый, тупой
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ανόητος, παλαιό ανόητος, ανόητος συνώνυμα, ανόητος στα αρχαία, ανόητος στα αγγλικά, ανόητος αγγλικά, ανόητος στα ρωσικά, безумный στα ελληνικά
ανόητος στα ρωσικά