αργιλώδης στα αγγλικά αργιλώδης στα τσεχική αργιλώδης στα γερμανικά αργιλώδης στα δανική αργιλώδης στα ισπανικά αργιλώδης στα γαλλικά αργιλώδης στα ιταλικά αργιλώδης στα νορβηγικά αργιλώδης στα σουηδικά αργιλώδης στα λευκορωσίας αργιλώδης στα ουγγρική αργιλώδης στα πορτογαλικά αργιλώδης στα ουκρανικά αργιλώδης στα πολωνική
ζουλώ στα πορτογαλικά κερδίζω στα ουγγρική εκατομμύριο στα νορβηγικά στοργή στα ισπανικά τραπεζίτης στα πολωνική
κερδίζω χρήματα στοργή στο λαό 1 εκατομμύριο φρονιμίτης τραπεζίτης