lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ικανότητα στα ρωσικά

Λέξη:
ικανότητα (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (16):
адрес, беглость, вместимость, дарование, действенность, компетентность, компетенция, ловкость, мощность, предрасположение, пригодность, приобретение, сноровка, способность, умение, чёткость
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά ικανότητα, ικανότητα συνώνυμο, ικανότητα συγκέντρωσης, ικανότητα πρόσκτησης εσωτερικής γνώσης, ικανότητα προς δικαιοπραξία, ικανότητα δικαιοπραξίας, ικανότητα στα ρωσικά, адрес στα ελληνικά
ικανότητα στα ρωσικά