lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κρεοπώλης στα ρωσικά

Λέξη:
κρεοπώλης (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (3):
колбасник, мясник, резник
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά κρεοπώλης, κρεοπώλης στην γερμανια, κρεοπώλης σκότωσε, κρεοπώλης ονειροκρίτης, κρεοπώλης ζητείται, 52χρονος κρεοπώλης, κρεοπώλης στα ρωσικά, колбасник στα ελληνικά
κρεοπώλης στα ρωσικά