lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πνευματώδης στα ρωσικά

Λέξη:
πνευματώδης (Αριθμός των γραμμάτων: 11)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (20):
быстрый, догадлив, догадливый, зоркий, зорок, находчив, находчивый, остроумный, проницательный, скорый, смекалист, смекалистый, сметлив, сметливый, смышлен, смышленый, смышлёный, сообразителен, сообразительный, умный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά πνευματώδης, πνευματώδης συνώνυμα, πνευματώδης σημασια, πνευματώδης ετυμολογια, πνευματώδης στα ρωσικά, быстрый στα ελληνικά
πνευματώδης στα ρωσικά