lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πολλοί στα ρωσικά

Λέξη:
πολλοί (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (6):
вельми, весьма, многие, много, очень, многочисленный
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά πολλοί, πολλοί φτιάχνουν ένα ψέμα για να σωθούν, πολλοί πολυμαθέες νόον ουκ έχουσιν, πολλοί νεκροί για μια κηδεία, πολλοί λατρεύουνε την τάξη, πολλοί λένε ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού, πολλοί στα ρωσικά, вельми στα ελληνικά
πολλοί στα ρωσικά