lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

στοργή στα ρωσικά

Λέξη:
στοργή (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (17):
аффект, болезнь, возбуждение, волнение, заболевание, любовь, недуг, нежность, немощь, ощущение, пассия, привязанность, разрыхление, растроганность, сенсация, трогательность, умиление
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά στοργή, στοργή συνώνυμα, στοργή στο λαό του βασίλη δούβλη, στοργή στο λαό δούβλης, στοργή στο λαό, στοργή παπανικολάου, στοργή στα ρωσικά, аффект στα ελληνικά
στοργή στα ρωσικά