lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τηλεφωνώ στα ρωσικά

Λέξη:
τηλεφωνώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-ρωσικά
Μεταφράσεις (15):
бренчать, бряцать, вызвать, вызывать, звать, звенеть, звонить, зов, зовы, кликать, оклик, оклики, призыв, призывать, телефонировать
Σχετικές λέξεις:
ρωσικά τηλεφωνώ, τηλεφωνώ κωνσταντίνα, τηλεφωνώ κτελ κηφισου, τηλεφωνώ στα ρωσικά, бренчать στα ελληνικά
τηλεφωνώ στα ρωσικά