lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σβέρκος

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
nape, neck, necking
σβέρκος
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
vaz, šíje
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
genick, nacken
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
nakke
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cerro, cogote, nuca, pescuezo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
nuque
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
collottola, nuca
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nakke
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
затылок, подзатылок, шея
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nacke
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
врат
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
бросаться, шыя
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
niska
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
nyak, nyakszirt, tarkó
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
pakarpa, sprandas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cerviz, cueiro, nuca
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
krk
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
грудка, шия
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
kark

Σχετικές λέξεις

σβέρκοσ ηλίασ, σβέρκος ανδρέας, σβέρκος συνώνυμα, νίκοσ σβέρκοσ, ο σβέρκος, πιασμένος σβέρκος