lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σιτάρι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
wheat
σιτάρι
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
weizen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
hvede
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
trigo
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
blé, froment, épeautre
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
frumento, grano
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hvete, vete
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
пшеница
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vete
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
grurë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пшеница
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
пшанiца, пшаніца
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nisu, vehnä
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pšenica
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
búza
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
kvietys
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
centeio, trigo
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
grâu
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
pšenica
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
pšenica
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пшениця
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
pszenica

Σχετικές λέξεις

σιτάρι ζέα, σιτάρι ζέας, σιτάρι θερμίδες, σιτάρι διατροφική αξία, σιτάρι δίκοκκο, σιτάρι καμούτ, σιτάρι βρασμένο θερμίδες, σιτάρι βραστό, σιτάρι συνταγές, σιτάρι για κόλλυβα