lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σκαλωσιά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
carcass, cradling, frame, framework, scaffold, shell, skeleton
σκαλωσιά
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
konstrukce, kostlivec, kostra, skelet
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gerippe, skelett
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
skelet
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
armadura, armazón, esqueleto, osamenta
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
carcasse, charpente, fuselage, membrure, ossature, squelette
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
carcassa, impalcatura, intelaiatura, ossatura, scheletro, telaio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
beinrangel, skjelett
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
каркас, костяк, остов, скелет
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skelett
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
skelet
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скелет
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
каркас, касцяк
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kehikko, kehä, luuranko, runko
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
skelet
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
csontváz, tartószerkezet
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
griaučiai, karkasas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
armadura, esqueleto, orçamento
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
skelet
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
skelet
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
атом, граблі, каркас, колектив, корпус, кістяк, лушпина, матеріал, обрамлення, орган, організація, ост, остов, остів, рама, рамки, скелет, тканина, труп, туди, тулуб, тіло
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
szkielet

Σχετικές λέξεις

σκαλωσιά αλουμινίου, σκαλωσιά παραλία, σκαλωσιά κορινθίασ, σκαλωσιά τιμή, σκαλωσιά κόστος, σκαλωσιά λουτράκι, σκαλωσιά μπαλκονιού, σκαλωσιά vygotsky, σκαλωσιά μάθησης, σκαλωσιά ενοικίαση