lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σκεπτικιστής

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sceptic, sceptical
σκεπτικιστής
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
pochybovačný, skeptický
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
skeptiker, skeptisch
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
skeptiker, skeptisk
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
descreído, escéptico
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
pyrrhonien, sceptique
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scettico
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
skeptiker, skeptisk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
скептик, скептичен, скептический, скептичный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skeptisk
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
скептычны
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
szkeptikus
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
skeptický
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скептичний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
sceptyczny, sceptyk

Σχετικές λέξεις

σκεπτικιστής ορισμός