lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σκι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ski, skiing
σκι
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
lyže, lyžování
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
brett, laufen, schi, schilauf, ski
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
ski, skisport
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
esquí, ski
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ski
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sci
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ski, skisport
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
лыжа
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skida, skidåkning
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ски
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
suusatamine, suusk
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
skijanje, skije
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
sí, síelés, síléc
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
esqui
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
lyžovanie
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
лижа
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
narciarstwo, narta

Σχετικές λέξεις

σκι ρεπορτ, σκι πεδιλα, σκι καλαβρυτα, σκι προσφορες, σκι βιλλ, σκι αγορα, σκι βθσ, σκι αντοχης, σκι βιντεο, σκι μποτες