lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σκόνη

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dirt, dust, dusting, powder
σκόνη
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
prach, prášek, pudr
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bestäuben, puder, pulver, stau, staub, stauben
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
krudt, pudder, pulver, støv, støve
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
empolvar, polvo, polvos
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fumer, poudre, poudroyer, poussier, poussière
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cipria, polvere
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fnask, pudder, pulver, støv, støve
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
запылить, порошок, пыли, пылить, пыль
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
damm, damma, fnask, ryka, stoft, stöv
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pluhur
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
прах
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
пыл
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
pulber, puuder, tolm
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jauhe, jauho, pulveri, pöly, ruuti, tomu
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
prašina
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
felverni, por
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
dulkės, milteliai, parakas, pudra
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cachamorra, poeira, polvo, polvos, pó
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
prah
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
prach
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
курява, куряву, пил
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
kurz, kurzyć, pył, zakurzyć

Σχετικές λέξεις

σκόνη πέτρες λάσπη, σκόνη - μαχαιρίτσας λαυρέντης, σκόνη γάλακτος, σκόνη αραρούτι, σκόνη δημουλά, σκόνη πρωτεΐνης, σκόνη μουστάρδας, σκόνη μαστίχας, σκόνη πυριτίου, σκόνη άνθρακα