lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

έδαφος στα σουηδικά

Λέξη:
έδαφος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (22):
areal, bas, basis, botten, fundament, grund, jord, jorden, jordning, land, landområde, länder, mark, område, plan, region, stat, trakt, underlag, vidd, ytvidd, åker
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά έδαφος, έδαφοσ συνώνυμα, έδαφοσ σαντορίνησ, έδαφος υπέδαφος, έδαφος του στόματος, έδαφος στο ρώγο του, έδαφος στα σουηδικά, areal στα ελληνικά
έδαφος στα σουηδικά