lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανωφελής στα σουηδικά

Λέξη:
ανωφελής (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (2):
lönlös, onyttig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά ανωφελής, ο ανωφελήσ, ανωφελής κώνωψ, ανωφελής στα σουηδικά, lönlös στα ελληνικά
ανωφελής στα σουηδικά