lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κέρδος στα σουηδικά

Λέξη:
κέρδος (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (16):
användande, avanser, avkastning, behållning, båtnad, fortrinn, förmån, gagn, inkomst, nytta, profit, utbyte, utbytte, utnyttjande, vinning, vinst
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κέρδος, κέρδος στο internet, κέρδος ορισμός, κέρδος κεραίας, κέρδος κάθε εβδομάδα, κέρδος εφημερίδα, κέρδος στα σουηδικά, användande στα ελληνικά
κέρδος στα σουηδικά