lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατοικώ στα σουηδικά

Λέξη:
κατοικώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (5):
bo, boning, bostad, vistelse, bebo
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κατοικώ, κατοικώ συνώνυμα, κατοικώ στα αγγλικά, κατοικώ ετυμολογία, κατοικώ στα σουηδικά, bo στα ελληνικά
κατοικώ στα σουηδικά