lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κενό στα σουηδικά

Λέξη:
κενό (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (12):
andefattig, blank, egennyttig, f, ihålig, intetsägande, lens, tom, tomhet, vakuum, öde, ödslig
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά κενό, κενό τουρκικό εφίππιο, κενό σύνολο, κενό ρεκ, κενό μόρφημα, κενό επίθημα, κενό στα σουηδικά, andefattig στα ελληνικά
κενό στα σουηδικά