lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τακτοποιώ στα σουηδικά

Λέξη:
τακτοποιώ (Αριθμός των γραμμάτων: 9)
Λεξικό:
ελληνικά-σουηδικά
Μεταφράσεις (8):
ordna, anordna, anställa, etablera, möblera, avfatta, ställa, hand
Σχετικές λέξεις:
σουηδικά τακτοποιώ, τακτοποιώ συνώνυμο, τακτοποιώ ονειροκρίτης, τακτοποιώ λεξικο, τακτοποιώ αγγλικα, τακτοποιώ στα σουηδικά, ordna στα ελληνικά
τακτοποιώ στα σουηδικά