lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: στατιστική

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
average, statistic, statistical, statistics
στατιστική
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
statistika
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
statistik, statistisch
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
statistik, statistisk
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
estadística, estadístico
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
statistique
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
statistica
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
statistikk, statistisk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
статистика, статистический
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
statistik, statistisk
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
статистика
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
статыстычны
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
statistika
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tilasto, tilastollinen, tilastotiede
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
statistika
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
statisztika, statisztikai
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
statistika
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estadística, estadístico
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
štatistika
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
статистика, статистичний
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
statystyczny, statystyka

Σχετικές λέξεις

στατιστική υπηρεσία, στατιστική σημαντικότητα, στατιστική γ λυκείου, στατιστική θεωρία και εφαρμογές με τον ms-excel, στατιστική ανάλυση, στατιστική παλινδρόμηση, στατιστική στις επιστήμες της συμπεριφοράς με τη χρήση του spss, στατιστική εφαρμοσμένη στις κοινωνικές επιστήμες, στατιστική μέθοδοι ανάλυσης για επιχειρηματικές αποφάσεις, στατιστική υπηρεσία απογραφή 2011 αποτελεσματα