στεγάζω συνώνυμα, στεγάζω στα αγγλικά, στεγάζω αγγλικά, στεγάζω συνώνυμο
ανατομία κέντρο φτάνω φωτοσύνθεση ιππότης μετάλλιο θέση ακίνητος αποσπώ ιστορία εξευτελίζω διάταγμα σπουδάζω δρόμος ανακούφιση δώρο ζημιά αιώνιος όλος εμπόδιο