lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: συμβάν

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
affair, development, event, happening, incident, occasion
συμβάν
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
aféra, obchod, příběh, případ, událost, věc, záležitost
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
begebenheit, ereignis, geschehnis, vorfall, vorkommnis
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
affære, begivenhed, episode, forretning, happening, hændelse, sag
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acaecimiento, acontecimiento, caso, evento, suceso
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
affaire, événement
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
affare, avvenimento, caso, episodio, evento, faccenda, fatto, vicenda
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
begivenhet, episode, forretning, hendelse, hending, tilfelle
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
случай
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
begivenhet, händelse, tilldragelse
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ngjarje
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
събитие
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
sündmus
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
elämys, tapahtuma, tapaus
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
događaj
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
esemény, eset
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
atsitikimas, reiškinys, įvykis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
acontecimento, acrescimento, caso, evento, ocorrência
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
udalosť
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
случай
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
wydarzenie

Σχετικές λέξεις

συμβάν του ρόσγουελ, συμβάν της τουνγκούσκα, συμβάν τουνγκούσκα, συμβάν στα αγγλικά, συμβάν συνώνυμο, συμβάν του roswell, συμβάν τέσλα, συμβάν συνώνυμα, το συμβάν, μπαντιού συμβάν