lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σωλήνας

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
barrel, bladder, ebb, manifold, pipe, sewage, spillway, tube, tubing, tunnel
σωλήνας
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
hlaveň, potrubí, píšťala, roura, rourka, trubice, trubka, tuba, tubus
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lauf, luftschlauch, rohr, röhrchen, röhre, schlauch, tube
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
ledning, rør, slang, slange, tube
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
canal, caño, cañón, conducto, tubo, válvula
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
canal, canon, chambre, conduit, déchargeoir, intube, tube, tuyau
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
canna, condotto, tubetto, tubo
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ledning, løp, rør, slang, slange, tub, tube
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
камера, труба, тюбик
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ledning, rör, slang, tub
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тръба
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
цюбік, цювік
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hormi, piippu, pilli, putki, torvi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kanal
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
cső, gumiabroncs, üzletkör
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
vamzdelis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cano, canudo, trompeta, tubo, válvula
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
cev
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
trúbka
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
акведук, багажник, димар, корпус, прохід, сопілка, стовбур, труба, трубка, трубопровід, тюбик
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
dętka, rura, tubka

Σχετικές λέξεις

σωλήνας pitot, σωλήνας kundt, σωλήνας αλουμινίου, σωλήνας venturi, σωλήνας kehr, σωλήνας pvc, σωλήνας απορροφητήρα, σωλήνας prandtl, σωλήνας πιτότ, σωλήνας του kundt