lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: σύντομα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
anon, directly, erelong, nigh, now, once, presently, shortly, soon
σύντομα
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
brzo, brzy, hned, ihned, okamžitě, přímo, skoro, záhy
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
bald, demnächst, gleich, kurz, nächstens, sofort, sogleich
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bums, nu, næsten, snart, straks
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
breve, enseguida, luego, pronto, seguida
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
aussitôt, avant, bientôt, presque, prochainement, sitôt, tantôt
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
direttamente, presto, prossimamente, subito
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bums, snart, straks
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вскоре
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bums, genast, snarligen, snart, straks, strax
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
afro, shpejt
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
почти
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
ахвотна, неўзабаве, скора, ускорасці, хутка
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
varsti
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kohta, pian
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
skoro, ubrzo, uskoro
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
azonnal, hamarosan, mindjárt, nemsokára, rögtön, rövidesen
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
anksti, netrukus
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
brevemente, cedo, depreca, depressa, logo, pronto, proximamente
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
îndată
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
kmalu
Λεξικό:
σλοβακική
Μεταφράσεις:
čoskoro
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відразу, довга, довгий, довго, довголітній, зараз, знов, коротко, невдовзі, незабаром, скоро, тепер, тривалий, швидко
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
niebawem, niedługo, wkrótce, zaraz

Σχετικές λέξεις

σύντομα ανέκδοτα, σύντομα ανέκδοτα 2014, σύντομα όλα θα καίγονται και θα φωτίζουν τα μάτια σου, σύντομα συνώνυμα, σύντομα αστεία, σύντομα ανέκδοτα 2013, σύντομα ανέκδοτα αστεία, σύντομα ανέκδοτα και αστείες ατάκες, σύντομα κοντά σας, σύντομα ανέκδοτα 2012