lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: τηλεσκόπιο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
telescope
τηλεσκόπιο
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
teleskop
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fernrohr, telepathie, teleskop
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
kikkert, teleskop
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
telescopio
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
télescope
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
telescopio
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kikkert, teleskop
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
телескоп
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
teleskop
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
тэлескоп
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
teleskoop
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaukoputki, teleskooppi
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
teleskopas
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
antegozo, telescópio
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скло, скляний, склянка, стакан, телескоп, шибка
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
teleskop

Σχετικές λέξεις

τηλεσκόπιο χαμπλ, τηλεσκόπιο newall, τηλεσκόπιο ανίχνευσε τα σημάδια της μεγάλης έκρηξης, τηλεσκόπιο «είδε βαρυτικά κύματα της μεγάλης έκρηξης», τηλεσκόπιο γαλιλαίου, τηλεσκόπιο χαιδάρι, τηλεσκόπιο αρίσταρχος, τηλεσκόπιο hubble, τηλεσκόπιο για παιδιά, τηλεσκόπιο τιμές