lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: τσεκούρι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
axe, chopper, hatchet
τσεκούρι
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
sekera
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
axt, beil, hacke
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
øks, økse
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hacha, segur
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cognée, doloire, hache, merlin
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
accetta, ascia, scure
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
øks
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
секира, топор
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
öks
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
sëpatë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
брадва
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
сякера, тапор
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kirves
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kirves
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sjekira
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
balta, létszámcsökkentés, szekerce
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
kirvis
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
machado, seguro
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
topor
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
асигнація, банкнота, вексель, законопроект, позов, рахунок, сокира, сокиру
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
siekiera, topór

Σχετικές λέξεις

τσεκούρι σχισίματος, τσεκούρι σχισίματος κορμών, τσεκούρι βικιπαίδεια, τσεκούρι και φωτιά στους προσκυνημένους, τσεκούρι διαχωρισμού, τσεκούρι ονειροκρίτης, τσεκούρι γαβράς, τσεκούρι βορίδης, τσεκούρι fiskars, τσεκούρι για ξύλα