lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

αμβλύνω στα τσεχική

Λέξη:
αμβλύνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (17):
kazit, mírnit, ochablý, oslabit, oslabovat, rušit, tlumit, vysílit, vyčerpat, zeslabit, zkazit, zmenšit, zmenšovat, zmírnit, zmírňovat, zrušit, zženštit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική αμβλύνω, αμβλύνω συνώνυμο, αμβλύνω ορισμός, αμβλύνω μεταφραση, αμβλύνω βικιλεξικο, αμβλύνω αντωνυμο, αμβλύνω στα τσεχική, kazit στα ελληνικά
αμβλύνω στα τσεχική