lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

ανωφελής στα τσεχική

Λέξη:
ανωφελής (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (6):
bezúčelný, marný, nepotřebný, zbytečný, neproduktivní, planý
Σχετικές λέξεις:
τσεχική ανωφελής, ο ανωφελήσ, ανωφελής κώνωψ, ανωφελής στα τσεχική, bezúčelný στα ελληνικά
ανωφελής στα τσεχική