lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δηλώνω στα τσεχική

Λέξη:
δηλώνω (Αριθμός των γραμμάτων: 6)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (24):
deklarovat, denuncovat, hlásat, hlásit, naznačovat, nařknout, odhalit, ohlásit, oznámit, potvrdit, prohlašovat, prohlásit, pronést, prozradit, přiznat, tvrdit, udat, vyhlásit, vyjádřit, vyslovit, vyslovovat, vyznat, vyřknout, věštit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική δηλώνω, δηλώνω υπεύθυνα ότι, δηλώνω το παρόν, δηλώνω συνώνυμα, δηλώνω στα αγγλικα, δηλώνω παρών, δηλώνω στα τσεχική, deklarovat στα ελληνικά
δηλώνω στα τσεχική