lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

διάβρωση στα τσεχική

Λέξη:
διάβρωση (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (6):
eroze, koroze, naleptávání, rozežírání, rozleptávání, rozrušování
Σχετικές λέξεις:
τσεχική διάβρωση, διαβρωση εδάφους, διάτρηση στομάχου, διάβρωση του εδάφους, διάβρωση συνώνυμο, διάβρωση πετρωμάτων, διάβρωση στα τσεχική, eroze στα ελληνικά
διάβρωση στα τσεχική