lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

δυστυχισμένος στα τσεχική

Λέξη:
δυστυχισμένος (Αριθμός των γραμμάτων: 13)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (4):
bídný, nešťastný, neúspěšný, ubohý
Σχετικές λέξεις:
τσεχική δυστυχισμένος, χορν δυστυχισμένος, περιπλανώμενοσ δυστυχισμένοσ, είμαι δυστυχισμένος, δυστυχισμένος χορν στιχοι, δυστυχισμένος γάμος, δυστυχισμένος στα τσεχική, bídný στα ελληνικά
δυστυχισμένος στα τσεχική