lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

θωρηκτό στα τσεχική

Λέξη:
θωρηκτό (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (2):
obrněný, pancéřovaný
Σχετικές λέξεις:
τσεχική θωρηκτό, θωρηκτό ποτέμκιν ταινία, θωρηκτό ποτέμκιν, θωρηκτό μπίσμαρκ, θωρηκτό κιλκίς, θωρηκτό γιαμάτο, θωρηκτό στα τσεχική, obrněný στα ελληνικά
θωρηκτό στα τσεχική