lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

κατάλυμα στα τσεχική

Λέξη:
κατάλυμα (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (17):
apartmá, bydlení, bydliště, byt, domov, domácnost, dům, ložisko, lůžko, nocleh, obydlí, osídlení, pobyt, příbytek, rodina, ubytování, umístění
Σχετικές λέξεις:
τσεχική κατάλυμα, κατάλυμμα ασημακοπουλοσ, κατάλυμα συνώνυμα, κατάλυμα σημασία, κατάλυμα ορισμόσ, κατάλυμα μετάφραση, κατάλυμα στα τσεχική, apartmá στα ελληνικά
κατάλυμα στα τσεχική