lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μόνο στα τσεχική

Λέξη:
μόνο (Αριθμός των γραμμάτων: 4)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (22):
jakýsi, jeden, jedinečný, jediný, jedině, jednička, jednotný, jen, kterýsi, nějaký, ojedinělý, opuštěný, osamocený, osamělý, pouhý, pouze, prostě, samotný, samotářský, sám, toliko, unikátní
Σχετικές λέξεις:
τσεχική μόνο, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί που παιζεται, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί imdb, μόνο οι εραστές μένουν ζωντανοί, μόνο οι εραστές μένουν, μόνο μια φορά, μόνο στα τσεχική, jakýsi στα ελληνικά
μόνο στα τσεχική