lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

οικοδεσπότης στα τσεχική

Λέξη:
οικοδεσπότης (Αριθμός των γραμμάτων: 12)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (13):
domácí, farmář, hospodář, hostitel, mistr, pachtýř, pán, rolník, sedlák, statkář, velitel, vládce, zaměstnavatel
Σχετικές λέξεις:
τσεχική οικοδεσπότης, οικοδεσπότης αγγλικα, η οικοδεσπότης, οικοδεσπότης στα τσεχική, domácí στα ελληνικά
οικοδεσπότης στα τσεχική