lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

πηγαίνω στα τσεχική

Λέξη:
πηγαίνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (22):
chodit, chůze, dělat, jezdit, jít, klesat, kráčet, následovat, plout, postupovat, procházet, přejít, sejít, sestoupit, sestupovat, sjet, sledovat, udělat, uplynout, vést, zemřít, řídit
Σχετικές λέξεις:
τσεχική πηγαίνω, πηγαίνω χρόνοι, πηγαίνω συνώνυμα, πηγαίνω στο νηπιαγωγείο, πηγαίνω στα γαλλικά, πηγαίνω σε τόπους που μου θυμίζουν μια παιδική μου ζωγραφιά, πηγαίνω στα τσεχική, chodit στα ελληνικά
πηγαίνω στα τσεχική