lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

τηλεφωνώ στα τσεχική

Λέξη:
τηλεφωνώ (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (32):
budit, bít, cinkat, evokovat, křičet, nazvat, nazývat, odzvonit, pojmenovat, povolat, povolání, přivolat, působit, sezvánět, spouštět, troubit, volat, volání, vykřiknout, vykřikovat, vyvolat, vyvolání, vyvolávat, vyžadovat, výzva, zacinkat, zadrnčet, zavolat, znít, způsobit, zvonit, říkat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική τηλεφωνώ, τηλεφωνώ κωνσταντίνα, τηλεφωνώ κτελ κηφισου, τηλεφωνώ στα τσεχική, budit στα ελληνικά
τηλεφωνώ στα τσεχική