lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

υιοθετώ στα τσεχική

Λέξη:
υιοθετώ (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-τσεχική
Μεταφράσεις (26):
adoptovat, akceptovat, dostat, dostávat, dovolit, dovolovat, hostit, najmout, najímat, obdržet, osvojit, pohostit, pozdravit, předpokládat, převzít, přijmout, přijímat, připouštět, připustit, přivítat, souhlasit, ujímat, uvítat, uznat, zaujmout, získat
Σχετικές λέξεις:
τσεχική υιοθετώ, υιοθετώ συνώνυμα, υιοθετώ μεταφραση, υιοθετώ αντώνυμο, υιοθετώ αντωνυμα, υιοθετώ αγγλικα, υιοθετώ στα τσεχική, adoptovat στα ελληνικά
υιοθετώ στα τσεχική