υπομονετικός αγγλικά, υπομονετικός συνωνυμα, υπομονετικόσ σαν, υπομονετικόσ μετάφραση, υπομονετικός γάτος
εξομοιώνω χαλάσματα πλακάκι μπάνιο νιώθω ποσοστό φοβερός φούρναρης ειδωλολάτρης ανάμεσα επιφυλακτικός επισπεύδω βιολί διαμάχη μέσος δείχνω εύθυμος συγκατάθεση άστατος καθρέφτης