lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

μετριάζω στα φινλανδικά

Λέξη:
μετριάζω (Αριθμός των γραμμάτων: 8)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (6):
helpottaa, hillitä, huojentaa, lepyttää, lieventää, vaimentaa
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά μετριάζω, μετριάζω τι σημαίνει, μετριάζω συνώνυμα, μετριάζω συνωνυμο, μετριάζω στα φινλανδικά, helpottaa στα ελληνικά
μετριάζω στα φινλανδικά