lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

σπρώχνω στα φινλανδικά

Λέξη:
σπρώχνω (Αριθμός των γραμμάτων: 7)
Λεξικό:
ελληνικά-φινλανδικά
Μεταφράσεις (6):
työntää, ajaa, lykätä, pukata, edistää, päätellä
Σχετικές λέξεις:
φινλανδικά σπρώχνω, σπρώχνω στα φινλανδικά, työntää στα ελληνικά
σπρώχνω στα φινλανδικά