lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: φταρνίζομαι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sneeze
φταρνίζομαι
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
kýchat, kýchnout
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
niesen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
nyse
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
estornudar
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
éternuer
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
starnutare, starnutire
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
nysa, nyse
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
чихать
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nysa, snusa
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
aevastama
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aivastaa
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
tüsszenteni, tüsszentés, tüsszögni
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
čiaudėti
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
espirrar
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кашель, кашляти, чхати
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
kichać