lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: χαρακτήρας

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
capacity, char, character, letter, make-up, nature, overtone, spirit, spunk, temper
χαρακτήρας
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
charakter, dopis, duch, litera, mysl, nálada, odvaha, osobnost, povaha, písmeno, přirozenost, příroda, přírodní, rys, ráz, vlastnost, znak
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
art, beschaffenheit, brief, buchstabe, charakter, eigenart, gemüt, laune, natur, naturell, persönlichkeit, schriftzeichen, stimmung, wesen
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
bogstav, brev, egenskab, humør, karakter, natur, naturen, personlighed, stemning
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
carta, carácter, genio, humor, letra, naturaleza, temple, índole
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
caractère, cotangente, envieux, humeur, lettre, lettrine, nationalité, nature, naturel
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
carattere, indole, lettera, natura, simbolo, umore
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
beskaffenhet, bokstav, brev, egenskap, gemytt, humør, karakter, natur, stemning, vesen
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
буква, литера, нрав, письмо, природа, характер
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
beskaffenhet, bokstav, egenskap, karakter, karaktär, natur, väsen
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
karakter, letër, natyrë
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
буква, писмо, природа, характер
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
абавязковасьць, літара
Λεξικό:
εσθονική
Μεταφράσεις:
kiri, täht
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kirjain, kirje, kirjelmä, laatu, luonne, luonteenlaatu, luonto
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
narav, pismo, priroda, slovo
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
jellem, sajátosság, természet
Λεξικό:
λιθουανική
Μεταφράσεις:
asmenybė, charakteris, gamta, laiškas, natūra, nuotaika, prigimtis, raidė
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
carta, carácter, germanismo, génio, humor, letra, maldade, missiva, natureza, temperamento, índole
Λεξικό:
ρουμανική
Μεταφράσεις:
caracter, fire
Λεξικό:
σλοβενική
Μεταφράσεις:
dopis, pismo, črka
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вдача, вдачу, диспозиція, композиція, літера, натура, нирка, плісень, пліснява, природа, розміщення, розпорядження, склад, сутність, суттєвість, схильність, твір, утворення, формування, формувати, характер, шаблон
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
charakter, litera

Σχετικές λέξεις

χαρακτήρας συνώνυμα, χαρακτήρας πιτ μπουλ, χαρακτήρας ανθρώπου, χαρακτήρας και προσωπικότητα, χαρακτήρας ζωδίων, χαρακτήρας σκυλιών, χαρακτήρας λαμπραντόρ, χαρακτήρας ταύρου, χαρακτήρας ροτβαιλερ, χαρακτήρας καρτούν