lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: χαώδης

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
chaotic, desultory, disjointed, disorderly, disorganized, incoherent, rambling, rigmarole
χαώδης
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
chaotický, neuspořádaný, zmatený
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
chaotisch, wirr
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
kaotisk
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
caótico, desordenado
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chaotique
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
anarchico, caotico, confuso
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kaotisk
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хаотичен, хаотический, хаотичный
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kaotisk
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaoottinen, sekasortoinen
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
kaotikus
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
caótico, desordenado
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
chaotyczny

Σχετικές λέξεις

χαώδης συνώνυμο