lexiko-gr.com Δωρεάν ηλεκτρονικό λεξικό γλώσσα.

Κατάλογος των μεταφράσεων: χειρονομώ

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gesticulate
χειρονομώ
Λεξικό:
τσεχική
Μεταφράσεις:
gestikulovat
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gestikulieren
Λεξικό:
δανική
Μεταφράσεις:
gebærde, gestikulere
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
accionar, gesticular
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gesticuler
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
geberde, gestikulere
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
жестикулировать
Λεξικό:
λευκορωσίας
Μεταφράσεις:
жэстыкуляваць
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
elehtiä
Λεξικό:
ουγγρική
Μεταφράσεις:
gesztikulál
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
accionar, gesticular
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жест, жестикулювати, жестикулюйте
Λεξικό:
πολωνική
Μεταφράσεις:
gestykulować